- γγίξιμο
- το касание, прикасание
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
(α)γγίξιμο — το 1. επαφή. 2. πείραγμα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
αγγίξιμο — και ’γγίξιμο, το [αγγίζω] επαφή, ψαύση … Dictionary of Greek